test-pap

Το τεστ Παπανικολάου ή αλλιώς τεστ Παπ είναι από τα σημαντικότερα όπλα πρόληψης των διαγνωστικών εξετάσεων για την έγκαιρη διάγνωση για την ανίχνευση δυνητικά προ-καρκινικών και καρκινικών καταστάσεων στον γυναικείο τράχηλο της μήτρας.

 

Τι είναι;

Το τεστ Παπ είναι ένας τρόπος εξέτασης κυττάρων που πάρθηκαν από τον τράχηλο της μήτρας. Ο κύριος σκοπός του τεστ είναι να βρει καρκινικά κύτταρα ή αλλαγές στα κύτταρα που μακροπρόθεσμα θα οδηγήσουν σε καρκίνο αν δεν θεραπευτούν έγκαιρα. Πιθανόν επίσης είναι να βρει και άλλες καταστάσεις που δεν συνδέονται με καρκίνο π.χ. μύκητες κλπ αλλά δεν είναι αυτός ο σκοπός της εξέτασης.

 

Πώς γίνεται η εξέταση;

Η γυναίκα θα πρέπει να ξεντυθεί από τη μέση και κάτω και να ξαπλώσει σε μια γυναικολογική καρέκλα. O γυναικολόγος με τη βοήθεια ενός κολποδιαστολέα ο παρατηρεί το αιδοίο και την περιγεννητική περιοχή για τυχόν αλλοιώσεις.

Έπειτα εξετάζει μακροσκοπικά τον τράχηλο της μήτρας για την παρουσία ύποπτων περιοχών.

Στη συνέχεια με μια σπάτουλα και ένα βουρτσάκι συλλέγει κύτταρα από την επιφάνεια και το εσωτερικό του τραχήλου της μήτρας. Το υλικό αυτό μονιμοποιείται πάνω σε ειδικό γυάλινο πλακάκι και μεταφέρεται στο κυτταρολογικό εργαστήριο, όπου θα επεξεργαστεί και θα γίνει η εξέταση του στο μικροσκόπιο από τον κυτταρολόγο.

 

Πόσο τακτικά πρέπει να γίνεται το τεστ Παπανικολάου;

Το τεστ Παπ πρέπει να ξεκινάει 1 έτος μετά την πρώτη σεξουαλική επαφή των γυναικών. Σε φυσιολογικές περιπτώσεις, η κάθε γυναίκα πρέπει να προβαίνει σε τεστ Παπ μια φορά το χρόνο. Όμως κάθε γυναίκα πρέπει να μιλήσει με τον Γυναικολόγο, ο οποίος θα της συστήσει το πόσο συχνά πρέπει να γίνεται η εξέταση, ανάλογα με το ιστορικό της.

 

Τι προετοιμασία χρειάζεται;

Τα τελευταία δύο 24ωρα πριν το τεστ δεν πρέπει:

  • Να γίνει χρήση κολπικής κρέμας και ταμπόν
  • Να μην έχει γίνει κολπική πλύση
  • Να μην υπάρχει επαφή,
  • Να μην υπάρχει αίμα ή περίοδος.

 

Πότε πρέπει να γίνεται;

Το τεστ Παπανικολάου μπορεί να γίνει οποιαδήποτε μέρα του κύκλου, εκτός από τις ημέρες της εμμήνου ρύσεως. Καλό είναι να προγραμματίζεται την πρώτη εβδομάδα, μετά το πέρας της περιόδου, γιατί τότε είναι πιο εύκολο να γίνει και σωστή ψηλάφηση των μαστών από τον γυναικολόγο.

 

Τι σημαίνει το μη φυσιολογικό αποτέλεσμα; 

Το μη φυσιολογικό αποτέλεσμα σημαίνει ότι τα κύτταρα της επιφανείας του τραχήλου της μήτρας δεν είναι φυσιολογικά χωρίς αυτό να σημαίνει ότι είναι καρκίνος. Όταν διαγνωστεί ένα μη φυσιολογικό αποτέλεσμα ο γιατρός θα σας συστήσει την κατάλληλη θεραπεία ώστε να θεραπευτεί σωστά και έγκαιρά. Παρακάτω αναφέρονται ορισμένοι όροι μη φυσιολογικού αποτελέσματος του τεστ Παπ.

Δυσπλασία: δεν είναι καρκίνος, αλλά μπορεί να γίνει αν αφεθεί χωρίς θεραπεία. Ταξινομείται σε ελαφριά, μέτρια, βαριά και καρκίνωμα in situ. Η ταξινόμηση εξαρτάται από το πόσο έντονες κυτταρικές αλλαγές εμφανίζονται στο μικροσκόπιο.

Πλακώδης ενδοεπιθηλιακή βλάβη (SIL): δεν είναι καρκίνος, αλλά μπορεί να γίνει αν αφεθεί χωρίς θεραπεία. Ταξινομείται σε χαμηλού βαθμού (LGSIL) που σημαίνει πολύ αρχικές βλάβες, και υψηλού βαθμού (HGSIL) που σημαίνει σοβαρότερες βλάβες – προκαρκινικές.

Τραχηλική ενδοεπιθηλιακή νεοπλασία (CIN): δεν είναι καρκίνος. Συνοδεύεται από ένα αριθμό από 1 έως 3 ανάλογα τη βαρύτητα. Το CIN1 συνήθως είναι πολύ ελαφριά βλάβη που συνήθως επανέρχεται μόνη της, ενώ το CIN3 θεωρείται προκαρκινική βλάβη.

Άτυπα κύτταρα: είναι ένα μη φυσιολογικό εύρημα στο τεστ Παπανικολάου, που σίγουρα δεν είναι καρκίνος, αλλά χρειάζεται διερεύνηση.

Τραχηλικός καρκίνος ή διηθητικός καρκίνος: Αυτό είναι ένα αποτέλεσμα που δηλώνει σαφή κακοήθη βλάβη. Ακόμα και τότε η διάγνωση γίνεται όχι από το τεστ Παπανικολάου αλλά με βιοψία.

Πώς αντιμετωπίζεται ένα μη φυσιολογικό αποτέλεσμα;

Ανάλογα με το αποτέλεσμα ο Γυναικολόγος θα προτείνει κάποιες περεταίρω ενέργειες.

Πιθανό να δοθεί κάποια τοπική θεραπεία και μετά να γίνει έλεγχος με κολποσκόπηση (περιπτώσεις με HPV, ASC-US, ASC-H, LGSIL, HGSIL, CIN1, CIN2, CIN3). Αν συνυπάρχει κάποια φλεγμονή, είναι πιθανό να ζητηθεί μικροβιολογικός έλεγχος και θεραπεία, πριν επανελεγχθεί ο τράχηλός σας. Αν είστε σε εμμηνόπαυση, και η ατροφία είναι έντονη, πιθανό να χρειαστεί να πάρετε για λίγο καιρό τοπικά οιστρογόνα και μετά να ξαναεξεταστείτε.

 

Τι θεραπεία χρειάζεται;

Σε περίπτωση που τα αποτελέσματα δείχνουν βλάβη με πιθανότητα εξέλιξής τους μελλοντικά σε  καρκίνο, τότε υπάρχει ανάγκη θεραπείας. Χωρίς θεραπεία είναι πιθανό να εμφανιστεί, μετά από κάποιο χρονικό διάστημα, καρκίνος. Σκοπός της θεραπείας είναι όχι να θεραπεύσει τον καρκίνο, αλλά να τον προλάβει, δηλαδή να μη δημιουργηθεί καρκίνος.

Παρακάτω περιγράφονται διάφοροι μέθοδοι προληπτικής θεραπείας σε περίπτωση που τα αποτελέσματα δείχνουν βλάβη των κυττάρων.

 

Laser εξάχνωση: Με τη μέθοδο αυτή γίνεται καταστροφή (εξάχνωση)  παθολογικού ιστού στον τράχηλο της μήτρας, στον κόλπο ή στο αιδοίο. Ο παθολογικός ιστός γίνεται ορατός με κολποσκόπηση, η οποία παρέχει μεγεθυμένη εικόνα των περιοχών αυτών. Η καταστροφή της περιοχής που έχει υποστεί βλάβη γίνεται με ακτίνα Λέιζερ.

Μπορεί να γίνει σε ειδικά εξοπλισμένο ιατρείο, σε κλινική ή στο νοσοκομείο ως χειρουργείο μιας ημέρας. Δεν χρειάζεται διανυκτέρευση.

Η διαδικασία γίνεται συνήθως με μια τοπική αναισθητική ένεση του φαρμάκου στον τράχηλο (τραχηλικό μπλοκ) ή σε οποιαδήποτε περιοχή πρόκειται να εξαχνωθεί.

Τα πλεονεκτήματα αυτής της μεθόδου είναι πολλαπλά:

  • Υψηλός βαθμός κλινικής αποτελεσματικότητας
  • Αναίμακτη επέμβαση
  • Μικροσκοπική ακρίβεια
  • Διατήρηση υγιούς ιστού
  • Ταχεία επούλωση με ελάχιστο σχηματισμό ουλής
  • Ελάχιστες επιπλοκές
  • Δεν απαιτεί νοσηλεία στο νοσοκομείο

 

Κρυοπηξία: απλή και ανώδυνη μέθοδος, γίνεται στο ιατρείο. Ο γιατρός καταστρέφει τις δερματικές αλλοιώσεις με κρυοπηξία, δηλαδή με υγρό οξείδιο ή πρωτοξείδιο αζώτου, το οποίο φροντίζει να ψεκάζει στην προβληματική περιοχή. Η ψύξη και απόψυξη των κυττάρων δρα τοξικά γι’ αυτά, με αποτέλεσμα να νεκρώνει και να εξοντώνει τα κονδυλώματα.

Τα μειονεκτήματα της μεθόδου είναι ότι:

  • δεν καταστρέφει τα παθολογικά κύτταρα ομοιόμορφα σε όλη την έκταση εφαρμογής της,
  • Δεν ελέγχεται επαρκώς το βάθος που φτάνει η θεραπεία και για τους λόγους αυτούς τείνει να εγκαταλειφθεί.
  • Χρειάζονται αρκετές συνεδρίες
  • Μπορεί να δημιουργήσει ουλές

Το ποσοστό επιτυχίας είναι κάτω του 50% και τείνει να εγκαταλειφτεί ως μέθοδος.

 

LEEP ή LLETZ: αφαιρεί την περιοχή της βλάβης χρησιμοποιώντας ειδικό μηχάνημα (ηλεκτροδιαθερμία) και εξάρτημα (Loop), υπό την επίβλεψη κολποσκοπίου. Γίνεται με τοπική αναισθησία ή μέθη, γίνεται σε κλινική αλλά χωρίς νοσηλεία. Προτιμάται όταν η περιοχή της βλάβης πρέπει να σταλεί για βιοψία. Θεωρείται πολύ αποτελεσματική (>95%) όταν γίνεται με κολποσκόπιο και εξειδικευμένο Γυναικολόγο. Δεν πρέπει να γίνεται χωρίς κολποσκόπιο γιατί οδηγεί σε σημαντικά ιατρικά λάθη.

 

Κωνοειδής εκτομή: αφαιρεί ένα κωνοειδές κομμάτι του τραχήλου. Παλιότερα γινόταν με νυστέρι, νάρκωση και ράμματα Αυτός ο τρόπος πλέον έχει εγκαταλειφθεί γιατί είχε πολλές παρενέργειες. Σήμερα η κωνοειδής εκτομή γίνεται με Laser ή με LLETZ, μέθοδοι και οι δύο που δεν απαιτούν νάρκωση, ούτε ράμματα.